T’ αστέρι του βοριά …του Διονύσιου Σιμόπουλου

Εκείνο το ζεστό βραδινό στις αρχές του Αυγούστου πριν από αρκετά χρόνια, κάτω από την σκιά της Ακρόπολης, οι στίχοι του ποιητή Νίκου Γκάτσου πλαισιωμένοι με τη μουσική μελωδία που τους χάρισε ο αξέχαστος Μάνος Χατζηδάκις, ξεχύθηκαν από το Ηρώδειο και κατέκλυσαν τον αττικό ουρανό. Ψηλά στον ουρανό τα άστρα του καλοκαιριού είχαν στήσει τον προαιώνιο χορό τους καθώς περιτριγύριζαν «τ’ αστέρι του βοριά», έστω κι αν λόγω της περιφοράς της Γης γύρω από τον Ήλιο όλα τα άλλα άστρα τ’ ουρανού, σε διαφορετικές εποχές, είναι κι αυτά διαφορετικά. Όλοι άλλωστε γνωρίζουμε πολύ καλά ότι άλλα είναι τα άστρα του Καλοκαιριού κι άλλα του Χειμώνα. Έτσι αν κάναμε μια ολάκερη ετήσια περιπολία στον ουρανό θα μπορούσαμε άνετα να δούμε όλους τους αστερισμούς που φαίνονται στον ουρανό κατά την διάρκεια ενός ολόκληρου χρόνου.
Ιδιαίτερα έξω στην εξοχή μακριά από τα φώτα των πόλεων οι σύγχρονοι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα, κοιτάζοντας ψηλά στον ουρανό, να δουν τα ίδια σχέδια των αστερισμών και τις ίδιες εικόνες που αντίκριζαν και οι αρχαίοι μας πρόγονοι. Γιατί από την αρχαιότητα οι παρατηρητές του ουρανού προσπάθησαν με κάθε τρόπο να δώσουν μια πιο οργανωμένη μορφή στο χάος των άστρων με αποτέλεσμα τη γέννηση των αστερισμών. Οι αστερισμοί δηλαδή δεν είναι παρά ομάδες άστρων οι οποίες αποτελούνται κυρίως από τα πιο λαμπερά άστρα μιας περιοχής του ουρανού. Τα άστρα ενός αστερισμού δεν βρίσκονται φυσικά όλα στην ίδια απόσταση από εμάς, παρ’ όλο που από τη Γη φαίνονται να είναι το ένα κοντά στο άλλο. Τις καθάριες νύχτες, οι παλιές ιστορίες που συνδέουν τον άνθρωπο με τους αστερισμούς, ξαναγεννιούνται και πάλι γύρω από τις αναμμένες φωτιές μιας εκδρομής. Γιατί κάθε αστερισμός έχει τη δικιά του ιστορία, που κάθε αφηγητής θεωρούσε υποχρέωσή του να πλαισιώνει αναλόγως, με τα δικά του λεκτικά και περιγραφικά στολίδια.
Ας γυρίσουμε όμως και πάλι στο «αστέρι του βοριά», το λαμπρότερο άστρο ενός σημαντικού αστερισμού που βρίσκεται πάντα στον βορά και φαίνεται συνεχώς σε οποιαδήποτε εποχή κι αν κοιτάξουμε τον νυχτερινό ουρανό. Το άστρο αυτό είναι γνωστό με διάφορα ονόματα, αλλά η κύρια σημερινή του ονομασία βασίζεται στο γεγονός ότι σημαδεύει τον βόρειο ουράνιο πόλο γύρω από τον οποίο όλα τα άλλα άστρα περιφέρονται καθημερινά. Το Πολικό Άστρο, ή «Stella Polaris» για τους Ρωμαίους, είναι το λαμπρότερο άστρο στον αστερισμό της Μικρής Άρκτου (άλφα Μικρής Άρκτου), αν και ο Άρατος τον κατέγραψε με την ονομασία «Κυνόσουρα», ή ουρά του σκύλου.

Ο Σταύρος Πλακίδης θεωρεί ότι το όνομα αυτό το πήρε ίσως από την νύμφη Κυνόσουρις «η οποία χρημάτισε τροφός του Διός επί του όρους της Ίδης», ενώ αναφέρει και άλλους οι οποίοι θεωρούν ότι «η Μικρά Άρκτος ωνομάζετο Κυνοσούρα εκ του ονόματος του ανατολικώς του Μαραθώνος ακρωτηρίου της Αττικής επειδή οι ναυτικοί, πλησιάζοντας προς την ξηράν, έβλεπον τους αστέρας της Μικράς Άρκτου να λάμπουν άνωθεν του ακρωτηρίου αυτού.»
Στην αρχαιότητα η Μικρή Άρκτος ήταν μέρος του αστερισμού του Δράκου, όταν το τμήμα αυτό ήταν γνωστό με την ονομασία τα «Φτερά του Δράκου», ενώ λέγεται ότι ξεχωριστή υπόσταση ως αστερισμός απέκτησε για πρώτη φορά τον 6ο π. Χ. αιώνα από τον Θαλή τον Μιλήσιο, αν και πολύ παλαιότερα ακόμη οι ναυτικοί της ανατολικής Μεσογείου τον χρησιμοποιούσαν για τη νυχτερινή πλοήγηση των πλοίων τους.
Σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία ο αστερισμός αυτός αντιπροσώπευε τον Αρκάδα, τον γιό της Καλλιστούς, που ήταν κόρη του βασιλιά της Πελασγίας Λυκάονα, και του Δία. Από το όνομα του Αρκάδα, άλλωστε, η Πελασγία μετονομάστηκε σε Αρκαδία. Μαζί όμως με τον Αρκάδα ήλθε και η έχθρα της ζηλότυπης Ήρας που για εκδίκηση μετέτρεψε την Καλλιστώ σε αρκούδα. Όταν ο Αρκάς μεγάλωσε, σ’ ένα από τα κυνήγια του στα δάση της Αρκαδίας συνάντησε την μεταμορφωμένη του μητέρα και ήταν έτοιμος να την σκοτώσει, οπότε ο Δίας αναγκάστηκε να μεταμορφώσει και τον Αρκάδα σε αρκούδα και έτσι μαζί, μητέρα και γιο, τους έστειλε να διαφεντεύουν το βόρειο ουράνιο στερέωμα με την μορφή των αστερισμών της Μεγάλης και της Μικρής Άρκτου.

Η οργισμένη όμως Ήρα δεν το έβαλε κάτω και παράγγειλε στον Ωκεανό και τη Θέτιδα να μην επιτρέψουν στους δύο αστερισμούς να «χαίρονται το λούσιμό τους στον Ωκεανό». Κι έτσι από τότε οι δύο αυτοί αστερισμοί γυρνούν αδιάκοπα γύρω από τον Βόρειο Πόλο της ουράνιας σφαίρας χωρίς ποτέ «να χαλαρώσουν τα δεσμά τους και να πλαγιάσουν, κάτω από τον ορίζοντα, στις όχθες της Λήθης».
Σε ακόμη παλαιότερες εποχές πάντως τα επτά κύρια άστρα της Μικρής Άρκτου θεωρούνταν ότι αντιπροσώπευαν τις Εσπερίδες, τις επτά αδελφές και κόρες του Άτλαντα. Σ’ αυτή την εκδοχή ο αστερισμός αυτός, μαζί με άλλους γειτονικούς αστερισμούς (όπως τον Ζυγό, τον Βοώτη, την Μεγάλη Άρκτο και τον Δράκο), συνδέεται με τον μύθο για τα «Μήλα των Εσπερίδων», που ήταν ως γνωστόν ένας από τους δώδεκα άθλους του Ηρακλή.
Πολύ αργότερα, στον Μεσαίωνα, ο αστερισμός βαφτίστηκε «Tramontana», που σημαίνει πέρα και πάνω από το βουνό, ενώ αργότερα το όνομα αυτό προσδιόριζε μόνο τον Πολικό. Από την ονομασία αυτή πήρε και τ’ όνομά του ο παγωμένος άνεμος που έρχονταν από τον βορά και είναι, στη γλώσσα των ναυτικών, η Τραμουντάνα.
Ο γειτονικός του αστερισμός της Μεγάλης Άρκτου είναι επίσης πολύ γνωστός σε όλους ώστε δεν χρειάζονται ιδιαίτερες οδηγίες για να αναγνωριστεί εύκολα στο βόρειο νυχτερινό στερέωμα. Επειδή μάλιστα είναι ορατός σε οποιαδήποτε ώρα της νύχτας και σε οποιαδήποτε εποχή μπορεί άνετα να γίνει ο καλύτερος οδηγός μας στην προσπάθεια να μετακινηθούμε εύκολα στην βόρεια ουράνια περιοχή και να επισκεφτούμε έτσι και αρκετούς άλλους αστερισμούς. Πάρτε, για παράδειγμα, τα δύο άστρα (άλφα και βήτα Μεγάλης Άρκτου) της άκρης του τετραπλεύρου, του «πλινθίου» των αρχαίων, των οποίων η προέκταση μας οδηγεί προς τον Πολικό Αστέρα, που είναι το τελευταίο άστρο της ουράς της Μικρής Άρκτου. Η ευθεία τώρα που ενώνει τον Μιζάρ (ζήτα Μεγάλης Άρκτου) με τον Πολικό προεκτεινόμενη μας οδηγεί στον αστερισμό της Κασσιόπης που μοιάζει με αναποδογυρισμένο κεφαλαίο Μ.
Σ’ οποιαδήποτε ώρα της νύχτας, ή και της ημέρας ακόμη έστω κι αν δεν φαίνεται, και σ’ οποιαδήποτε εποχή, ο Πολικός λάμπει ακίνητος σχεδόν στην ίδια πάντα θέση σημαδεύοντας με την παρουσία του τον βορρά. Τα άστρα που βρίσκονται κοντά του σχηματίζουν κύκλους γύρω του χωρίς να ανατέλλουν ή να δύουν ποτέ, γι’ αυτό και ονομάζονται αειφανή. Πρόκειται για τα άστρα των αστερισμών της Μικρής και της Μεγάλης Άρκτου, του Δράκου, του Κηφέα και της Κασσιόπης. Φυσικά όλη αυτή η κίνηση δεν είναι παρά φαινομενική αφού οφείλεται στην περιστροφή της Γης γύρω από τον άξονά της. Όπως τόσο χαρακτηριστικά λέει κι ο ποιητής:

«Γύρω στο εφτάστερο τ’ Αμάξι ουρανοδρόμοι
Αμέτρητοι, γιγάντων κόσμοι και θηρίων,
. . . . . . . . . . . . . . . . . .
Μόνο η ψυχή μου σαν το Πολικό τ’ Αστέρι
Ασάλευτη, όμως λαχταρίζοντας προσμένει:
Δεν ξέρει από που έρχεται, που πάει δεν ξέρει.»

Ο Μασσαλιώτης αστρονόμος και θαλασσοπόρος Πυθέας, γύρω στο 320 π. Χ. παρατήρησε για πρώτη φορά ότι ο τότε Πολικός δεν συνέπιπτε ακριβώς με τον βόρειο ουράνιο πόλο, ενώ μέχρι τότε θεωρούσαν ότι παρέμενε ακίνητος στη θέση του. Και πράγματι, ο Πολικός δεν βρίσκεται ακριβώς πάνω στον Βόρειο Ουράνιο Πόλο, το σημείο δηλαδή του ουρανού στο οποίο ο άξονας περιστροφής της Γης προεκτεινόμενος χτυπάει τον ουράνιο θόλο, αλλά περιστρέφεται κι αυτός γύρω από τον Βόρειο Πόλο τ’ ουρανού σχηματίζοντας μάλιστα έναν κύκλο με διάμετρο 1,5 περίπου μοίρας, τρεις δηλαδή φορές μεγαλύτερη διάμετρο από το φαινόμενο μέγεθος της Πανσελήνου.
Κι όμως το άστρο αυτό δεν σημάδευε ανέκαθεν τον βορά. Την τιμητική αυτή διάκριση είχαν στο παρελθόν διάφορα άλλα άστρα και το ίδιο θα συμβεί και στο μέλλον. Λόγω της μετάπτωσης των ισημεριών, μιας κυκλικής κίνησης που κάνει τον άξονα της Γης να ταλαντεύεται σαν μια σβούρα που είναι έτοιμη να πέσει, η γωνία με την οποία βλέπουμε τα άστρα από τη Γη αλλάζει. Η κίνηση αυτή χρειάζεται 26.000 χρόνια (και για την ακρίβεια 25.796 χρόνια) για να συμπληρωθεί. Γι’ αυτό ο Βόρειος Ουράνιος Πόλος συνεχώς μετακινείται αργά αλλά σταθερά ανάμεσα στα άστρα του βορά.
Σήμερα, κι όσο περνάει ο καιρός, η μετάπτωση κάνει τον Βόρειο Ουράνιο Πόλο να πλησιάζει όλο και πιο πολύ τον Πολικό όποτε το έτος 2105 θα βρίσκεται στην πλησιέστερη απόστασή του απ’ αυτόν, ενώ αμέσως μετά θα αρχίσει να απομακρύνεται και πάλι όλο και πιο πολύ. Γι’ αυτό το λόγο, πριν από 14.000 χρόνια, το πολικό άστρο της εποχής ήταν ο Βέγας στον αστερισμό της Λύρας, ενώ πριν από 5.000 χρόνια, όταν χτίζονταν η Πυραμίδα του Χέοπα, Πολικός ήταν το άστρο «Θουμπάν», το άλφα στον αστερισμό του Δράκου. Σε 5.500 χρόνια από σήμερα Πολικός θα είναι το άστρα άλφα Κηφέα και σε 8.000 χρόνια το άστρο Ντένεμπ στον αστερισμό του Κύκνου κοκ.
Πολλοί θεωρούν, λανθασμένα φυσικά, ότι ο Πολικός είναι το λαμπρότερο άστρο στον ουρανό. Στην πραγματικότητα όμως «τ’ αστέρι του βοριά» είναι το 48ο λαμπρότερο άστρο, κι αυτό οφείλεται κυρίως στην μεγάλη του απόσταση από τη Γη που φτάνει τα 430 έτη φωτός, αν και η πραγματική του φωτεινότητα είναι 2.500 φορές μεγαλύτερη από του Ήλιου! Πρόκειται για έναν κίτρινο υπεργίγαντα με διάμετρο 45 φορές μεγαλύτερη από την διάμετρο του Ήλιου και μάζα 4,3 φορές την μάζα που έχει ο Ήλιος μας. Οι θερμοπυρηνικές αντιδράσεις του υδρογόνου στον πυρήνα του έχουν πάψει προ πολλού και βρίσκεται ήδη σε μεγάλη αστάθεια με αποτέλεσμα να πάλλεται μ’ έναν ρυθμό που επαναλαμβάνεται κάθε τέσσερες ημέρες. Πρόκειται για τον λαμπρότερο μεταβλητό «Κηφίδη» στον ουρανό. Τα άστρα αυτά (που ονομάστηκαν Κηφίδες γιατί το πρώτο άστρο του είδους που ανακαλύφθηκε ήταν το άστρο δέλτα στον αστερισμό του Κηφέα), διαθέτουν μια σημαντική σχέση μεταξύ της περιόδου μεταβολής του φωτός και της λαμπρότητας τους.
Τα μεγαλύτερα και λαμπρότερα από τα άστρα αυτά, πάλλονται αργά, ενώ τα μικρότερα και αμυδρότερα πάλλονται γρήγορα. Η παλμική αυτή κίνηση είναι μια ρυθμική διαστολή και συστολή των ασυνήθιστων αυτών άστρων κάτι σαν τον χτύπο μιας πελώριας καρδιάς. Κι έτσι τα άστρα αυτά είναι σαν να κρατάνε ταμπέλες διαφημίζοντας την λαμπρότητα τους. Όταν η φαινομενική λαμπρότητα ενός Κηφίδη συγκριθεί μ’ αυτήν που αναφέρει η ταμπέλα του, η απόσταση του μπορεί να υπολογιστεί εύκολα, όπως περίπου κάνουμε κι εμείς ασυναίσθητα όταν βλέπουμε τα φώτα των επερχόμενων αυτοκινήτων.
Μ’ αυτόν τον τρόπο βρέθηκε μια προφανής κλίμακα στην σχέση περιόδου-λαμπρότητας των μεταβλητών αυτών άστρων, μια μέθοδος που είχε ανακαλύψει το 1912 η αστρονόμος Χενριέτα Λήβιτ (1868-1921) στο αστεροσκοπείο του Χάρβαρντ. Έκτοτε ήταν δυνατόν να καθορίσουμε εύκολα την λαμπρότητα ενός Κηφίδη, κι ως εκ τούτου την απόστασή του μόνο με τη μέτρηση της περιόδου μεταβολής του φωτός του. Οι μεταβλητοί δηλαδή Κηφίδες είναι σαν φάροι μέσα στο χάος του διαστήματος.
Ο Πολικός, όμως, δεν είναι ένα μονό άστρο άλλα τρία άστρα στην ίδια γειτονιά. Τον περασμένο, μάλιστα, Ιανουάριο το Διαστημικό Τηλεσκόπιο «Χαμπλ» μας απεκάλυψε για πρώτη φορά τον πλησιέστερό του σύντροφο. Το άστρο αυτό έχει μια ιδιαίτερα εκκεντρική τροχιά με απόσταση από τον Πολικό που κυμαίνεται από 7 έως 27 Αστρονομικές Μονάδες (όπου μία Αστρονομική Μονάδα είναι ίση με την απόσταση Γης-Ήλιου, ή 150 εκατομμύρια χιλιόμετρα). Στην απόσταση αυτή ο σύντροφος του Πολικού, που έχει μάζα 25% μεγαλύτερη από την μάζα του Ήλιου, χρειάζεται 29,6 χρόνια για να συμπληρώσει μία πλήρη τροχιά. Πολύ πιο μακριά βρίσκεται το τρίτο άστρο της συντροφιάς, σε απόσταση 2.400 Αστρονομικών Μονάδων και χρειάζεται 42.000 χρόνια για να συμπληρώσει μία τροχιά.
Από τα υπόλοιπα έξη λαμπρότερα άστρα της Μικρής Άρκτου τα δύο έχουν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πρόκειται για το άστρο βήτα που έχει επίσης την ονομασία «Κοχάμπ» και ήταν το Πολικό Άστρο μεταξύ των ετών 1900 και 1100 π. Χ. Το άστρο αυτό βρίσκεται σε απόσταση 126 ετών φωτός, έχει παρόμοια μάζα με αυτήν του Πολικού, διάμετρο 50 φορές μεγαλύτερη του Ήλιου και φωτεινότητα 500 φορές μεγαλύτερη. Μαζί με το γάμμα ονομάζονται «Φύλακες του Πόλου» γιατί κάθε βράδυ σχηματίζουν δύο ομόκεντρους κύκλους γύρω από τον Πολικό. Οι Άραβες της Ερήμου τα ονόμαζαν «Φώτα των Δύο Μόσχων», ενώ οι ποιητές τα θεωρούσαν ως σύμβολα σταθερότητας. Στην περίπτωση όμως του άστρου γάμμα η απόστασή του είναι τετραπλάσια του βήτα και φτάνει τα 450-500 έτη φωτός. Το άστρο αυτό είναι ένας πραγματικός γίγαντας με διάμετρο 15 φορές την διάμετρο του Ήλιου και μάζα πέντε φορές μεγαλύτερη, ενώ η φωτεινότητά του είναι 1.100 φορές μεγαλύτερη του δικού μας άστρου. Η ταχύτητα περιστροφής του, τέλος, φτάνει τα 170 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο (στον ισημερινό του).
Οι στίχοι του Γκάτσου συνέχισαν να περιπλανώνται πάνω από την Αθήνα. Παρασυρμένοι από το καλοκαιρινό αεράκι και ανάμικτοι με τις μυρωδιές του γιασεμιού που είχε παραμείνει σε κάποιες ξεχασμένες γειτονιές του Θησείου, έμοιαζαν με απόκοσμη ωδή στη σημαδούρα του βορά: «Τ’ αστέρι του βοριά/θα φέρει ξαστεριά/μα σαν φανεί/μεσ’ απ’ το πέλαγο πανί/θα γίνω κύμα και φωτιά/να σ’ αγκαλιάσω ξενητιά…»

του κ. Διονύση Π. Σιμόπουλου
Επίτιμο Διευθυντή Ευγενιδείου Πλανηταρίου


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις